Στον κόσμο του φανταστικού: ένα ταξίδι σε μύθους και θρύλους από όλη τη Ελλάδα.
Ένα συναρπαστικό οδοιπορικό με μύθους και με θρύλους της χωράς μας, με ξεναγούς τα μέλη μας που μέσα από τις προσωπικές τους αφηγήσεις, μας ταξιδεύουν παντού.. Ακολουθείστε μας και εσείς..
Θρύλοι και μύθοι που στοιχειώνουν τον τόπο μας..Φαντάσματα, οπτασίες, αερικά, μαγεμένοι τόποι, ανεξήγητα φαινομενα….Κάθε τόπος αναμφισβήτητα έχει να παρουσιάσει και να αφηγηθεί πολλές τέτοιες ιστορίες, μέσα από τους δικούς του θρύλους και μύθους που διασώζονται στο χρόνο. Άγραφοι που κυκλοφορούν από πολύ παλιά μέχρι και σήμερα, από στόμα σε στόμα, αφήνοντας πάντα να πλανιέται μια αμφιβολία για το τι είναι αληθινό, τι στηρίζεται στην φαντασία κάποιων, τι μοιάζει μεταφυσικό, που ξεκινάει το ψέμα και που η αλήθεια, σε κάθε ιστορία που εχουμε ακούσει.
Εδώ λοιπόν θα προσπαθήσουμε να μαζέψουμε τα περίεργα του και μυστήρια κάθε τόπου, ειπωμένα από τα ίδια τα μέλη μας…
Ελάτε μαζί μας… Το ταξίδι είναι τρομακτικό, μα και συναρπαστικό πέρα κάθε αμφιβολίας…
.
«ΦΥΓΕΤΕ»!
κείμενο : Καλλιόπη Γιακουμή

-Άστο πάνω μου είπε ο σύζυγος και ξεκινήσαμε..
Σε λίγο βρεθήκαμε να ανηφορίζουμε με το αμάξι μας προς μια ορεινή περιοχή εδώ, στα μέρη μας. Θέλαμε να καταλήξουμε σε ένα ορεινό, γραφικό χωριουδάκι (ονόματα δεν θα πω για ευνόητους λόγους) Χάθηκε το μάτι μας μέσα στις αποχρώσεις του πράσινου και γέμισαν τα πνευμόνια μας οξυγόνο σε άρωμα πεύκου. Λίγο πριν φθάσουμε στον προορισμό μας, πάνω στον δρόμο μας, συναντήσαμε ένα παλιό κτήριο, εγκαταλελειμένο, σχεδόν είχε γκρεμιστεί. Δεν μπορούσα να μην φανταστώ τι όμορφο εξοχικό θα γινόταν και να μην αναρωτηθώ γιατί ήταν έτσι παρατημένο. Η θέα προς τα κάτω και απέναντι από το σπίτι ήταν ονειρική και αυτό χωμένο μέσα σε έλατα και κυπαρίσσια, καστανιές και πλατάνια. Αχχ.. είπα μέσα μου "Ευσεβής πόθοι κορίτσι μου. Μα κρίμα να είναι έτσι έρημο και παρατημένο. Μπορεί να ανήκει σε κάποιον κληρονόμο, κάτοικο εξωτερικού που το παράτησε στην τύχη του. Μπορεί να ανήκει σε δημόσια υπηρεσία ή στην εκκλησιά και όπου υπάρχουν αυτά άκρη δεν βγάζεις..Κρίμα όμως, αν κάποιος το έφτιαχνε θα ήταν υπέροχο"... Που να ξέρα όμως;;; Μα έμαθα λίγο πιο μετά, όταν φθάσαμε στο μικρό ταβερνάκι του χωρίου και κατεβήκαμε να τσιμπήσουμε κάτι. Δεν κρατήθηκα λοιπόν και ρώτησα τον άνθρωπο που είχε το μαγαζί.
-Είδα ένα παρατημένο σπίτι λίγο πιο κάτω, γιατί το έχουν παρατήσει έτσι ανεκμετάλλευτο; Κρίμα, είναι πανέμορφο.. Σε ποιον ανήκει;
Με κοίταξε γεμάτος έκπληξη ο άνθρωπος και μου απάντησε αινιγματικά "Φάτε πρώτα και μετά θα σας πω.."
Αυτό έκανα, έφαγα και τον φώναξα αμέσως..
Αυτό το κτήριο ανήκει σε έναν ντόπιο που μένει στην Αμερική, πολύ χρήμα. Ερχόταν κάθε καλοκαίρι μια αυτός μια μέλη της οικογενείας του. Ένα καλοκαίρι, ήρθε η εγγονή του με 2 συμφοιτήτριες της από την Αμερική. Το σπίτι αυτό, για αυτήν το είχε φτιάξει το είχε αγορασμένο ο παππούς της για αυτήν για οπότε πήγαινε διακοπές εκεί. Ήταν χτισμένο μακριά από τα άλλα σπίτια για αυτό το επέλεξε, ήθελαν ησυχία και το οξυγόνο του βουνού! Δεν τον σταμάτησαν τα όσα έλεγαν οι ντόπιοι για αυτό. Έλεγαν για έναν μύθο για μία μητέρα με την κόρη της που τις σκότωσε ο άντρας της μέσα στο σπίτι, και μετά αυτοκτόνησε σε ένα δέντρο λίγο πιο πέρα!
Φυσικά ούτε οι τρεις κοπέλες δεν πίστεψαν στον μύθο. Ένα βράδυ λοιπόν όταν γυρνούσαν από την απογευματινή τους βόλτα, είδαν στο μονοπάτι μπροστά από το σπίτι να περπατάει ένας άντρας αλλόκοτος, έμοιαζε ζαλισμένος με ένα σχοινί στον λαιμό του! Οι τρεις κοπέλες έμειναν να τον κοιτάζουν, όταν αυτός άρχισε να τρέχει προς το μέρος τους!
Μπήκαν κάτασπρες από τον φόβο τους στο σπίτι προσπαθώντας να πείσουν τους εαυτούς τους ότι ήταν απλώς οι σκιές των δέντρων… Καταφέρνοντας αυτό, πήγαν να κοιμηθούν.
Η εγγονή όμως του ιδιοκτήτη, δεν μπορούσε να κοιμηθεί! Βγήκε απτό δωμάτιο να κάνει μία βόλτα, μήπως και την πιάσει ο ύπνος, όταν στο τέλος του διαδρόμου είδε ένα κοριτσάκι με γυρισμένη πλάτη! Της είπε κλαίγοντας «Σε παρακαλώ βοήθησε με….» και η κοπέλα της απάντησε τρομαγμένη «Πες μου τι θα ήθελες να κάνω; Πως να σε βοηθήσω».
Η μικρή γύρισε και την κοίταξε! Τα μάτια της ήταν μαύρα και το πρόσωπο της σαπισμένο! Η κοπέλα σαν την αντίκρισε, τσιρίζοντας έτρεξε προς το δωμάτιο και έκλεισε την πόρτα! Οι άλλες δύο κοπέλες την άκουσαν και πήγαν και την βρήκαν. Της είπαν πως θα ήταν καλό να ηρεμήσει λίγο.
Χωρίς να πει λέξη για όσα είδε, έπεσε να κοιμηθεί. Το όνειρο που είδε όμως δεν της άρεσε καθόλου! Είδε στο ίδιο μονοπάτι που είχαν δει πριν τον άντρα, μία οικογένεια και οι τρεις την κοίταζαν! Ακριβώς σε ένα δέντρο λίγο πιο πέρα είδε τον ίδιο άντρα που έβλεπε μπροστά της κρεμασμένο! Της έδειξαν το σπιτάκι, σαν υπνωτισμένη μπήκε και είδε την μητέρα αποκεφαλισμένη και την κόρη της νεκρή στο πάτωμα!
Ξύπνησε αλαφιασμένη απότομα και είδε στον απέναντι τοίχο γραμμένο με κόκκινα γράμματα «ΦΥΓΕΤΕ»! Ξύπνησε και τις φίλες της και τους έδειξε κλαίγοντας τα γράμματα στον τοίχο! Μάζεψαν τα πράγματα τους να φύγουν μα όταν έφθασαν στην πόρτα, το κλειδί είχε εξαφανιστεί... Ξαφνικά, μία γυναικεία και μία παιδική φωνή άρχισαν να φωνάζουν πίσω από την πόρτα, μπροστά από το σπίτι και στα μέσα δωμάτια άκουσαν γυαλιά να σπάνε..

Από τότε είναι και οι τρεις εκεί. Εκείνες τρέχουν να γλιτώσουν από εκείνον και αυτός τις κυνηγά κάθε νύχτα.. μα κυνηγά και οποίον άλλον πλησιάσει. Προστατεύει το σπίτι του ακόμα.. Μπορεί τα κορίτσια να τρελάθηκαν μα πίστεψε με κοπελιά, τα χειρότερα γλίτωσαν..
Πωπω σκέφτηκα εγώ κοίτα να δεις ποιο σπίτι λιμπίστηκα... Ούτε μέρα, ούτε νύχτα φυσικά δεν θα ξαναπεράσω, ούτε καν από έξω...
Πρώτη φορά αναρτήθηκε στην ομάδα ¨”Βιβλίων Ορίζοντες”
Αφήγηση και επιμέλεια: Καλλιόπη Γιακουμή (10/05/2019)
Αφήγηση και επιμέλεια: Καλλιόπη Γιακουμή (10/05/2019)
.
Νεραϊδόδασος
κείμενο : Φαίη Δεληγιώργη
.

Άκου με μου λέει η Ταμπέλα δεν είναι κάτι σημαντικότερο μπήκε για χάρη ενός ψηφοφόρου .του Ψευτοθαναση. ..αν δεν την έβαζε ο ίδιος ο Ψευτοθανάσης ..έχανε 50 ψηφους από τον Γιώργη ξέρεις που έχει το ΟΠΑΠ στην πλατεία... αυτός το απαίτησε και Ψευτοθανασης το έκανε για να πάρει τους ψήφους ..σου λέει μια ταμπέλα ζήτησε ας την βάλω και τι έγινε ?
Ναι του λέω αλλά για ποιον λόγο έγινε όλο αυτό ?
Κάτσε μου λέει να σου πω γιατί εσύ δεν πρόκειται να με αφήσεις να κάνω δουλειά σήμερα και μου λέει λοιπόν ...
Ο πατέρας του Γιώργη ήταν βοσκός μεγάλος και τρανός με 500 πρόβατα και 600 κατσίκια . Τα είχε ψηλά στο βουνό κοντά στο ποτάμι της Δερφισενας ξέρεις έχεις πάει εκεί ...έμενε τα βράδια στη μονάδα που είχε φτιάξει εκεί κοντά...στο ποτάμι από φοβό μην του κλέψουν τα ζωντανά του Ένα βράδυ προσπαθώντας να κοιμηθεί ξύπνησε από μελωδικές φωνές κοριτσιών που ακούγονταν από το ποτάμι .και αφού δεν μπορούσε να κοιμηθεί πήγε να δει και να κατασκοπεύσει . Κρυμμένος πίσω από ένα δέντρο είδες πολλές πανέμορφες κοπέλες να τραγουδούν και να χορεύουν .Γυρνώντας σπίτι του το πρωί όμως δεν μπορούσε να βγάλει από τον λογισμό του. μια από τις κοπέλες που την κοιτούσε όλο το βράδυ. Έτσι πήγε στην μητέρα του και της είπε τι συνέβη .,και ότι ήθελε την κοπέλα να μείνει για πάντα μαζί του .Εκείνη του είπε να πάει να την βρει και χωρίς να το καταλάβει να της πάρει το μαντήλι με αυτό τον τρόπο θα έμενε για πάντα κοντά του .Όμως πρόσεξε μην της το δώσεις ποτέ ότι και σου πει ! Έτσι και έγινε πήγε το βράδυ έκανε ότι του είπε η μητέρα και όντως η κοπέλα έμεινε κοντά του .

Την κοπέλα κάθε βράδυ έξω από το σπίτι την περίμεναν οι αδερφές της ..εκείνο το βράδυ αφού δεν βγήκε εκείνες άρχισαν να εξαφανίζονται σιγά σιγά. Η κοπέλα μέσα στην δυστυχία της που έφυγαν οι αδερφές της έτρεξε προς τον δάσος κοντά στο ποτάμι τραγούδησε ένα αρχαίο τραγούδι των Νεράιδων και ξεψύχησε στο σημείο εκείνο φύτρωσε μια Ανανιά που υπάρχει μέχρι και σήμερα . Αυτά που λες έγιναν τώρα αν ήταν νεράιδα που πιστεύει ο γιος της ο Γιώργος που έχει το ΟΠΑΠ στην πλατεία δεν το ξέρουμε . Απλά για να δώσει τους ψήφους τους απαίτησε να μπει μια πινακίδα με το όνομα Νεραιδοδασος... Και δεν του χάλασαν το χαρτί οι υποψήφιοι ......α ορίστε μόλις μπήκε ο Ψευτοθωδωρος στο καφενείο. .. και λέει του Βρασίδα . Ότι θα φέρει θάλασσα στο χωριό ..
Πρώτη φορά αναρτήθηκε στην ομάδα ¨”Βιβλίων Ορίζοντες”
Αφήγηση και επιμέλεια: Φαίη Δεληγιώργη (10/05/2019)
.
Η άγνωστη..
κείμενο :Themis Fallidas
Βάλτε το αγαπημένο σας ποτό, ή ρόφημα, ή ακόμα και καμιά μακαρονάδα, πίτσα με μπύρες, πιτόγυρα, ό,τι σας αρέσει περισσότερο τέλος πάντων για να ξεκινήσουμε! Η ιστορία που θα σας διηγηθώ απόψε είναι ιδιαίτερα ανατριχιαστική και την έζησε ένας πολύ καλός μου φίλος πριν είκοσι χρόνια. Εμένα μου ήταν αρκετά δύσκολο να την πιστέψω αρχικά, αλλά ο συγκεκριμένος άνθρωπος δεν είναι ιδιαίτερα του μεταφυσικού οπότε μάλλον αυτό που μου είπε ήταν αληθινό. Έτσι κι αλλιώς, εσείς θα κρίνετε!
Ένα βράδυ, κάπου στα βόρεια προάστια της Αθήνας, ο φίλος μου βγήκε να ψάξει ταξί για να επιστρέψει στο σπίτι του. Φυσικά, μιλάμε για μετά τα μεσάνυχτα! Ο δρόμος δεν είχε ιδιαίτερη κίνηση, αλλά ήταν τυχερός και βρήκε ταξί σχετικά γρήγορα. Κάθισε στην μπροστινή θέση του συνοδηγού και έπιασε χαλαρή κουβέντα με τον ταξιτζή. Όλα καλά μέχρι εδώ, θα ήταν άλλη μια συνηθισμένη βραδιά μετά από έξοδο με την παρέα σε μπαρ. Μερικά στενά πριν βγουν στην κεντρική Λεωφόρο Κηφισίας, τους σταμάτησε μια ψηλή, όμορφη γυναίκα, γύρω στα σαράντα, λεπτή με μακριά ίσια μαύρα μαλλιά. Πήγαινε προς την κατεύθυνση του φίλου μου οπότε την πήραν μαζί τους και επιβιβάστηκε στο πίσω κάθισμα. Η συζήτηση μεταξύ του ταξιτζή και του φίλου μου συνεχίστηκε, όμως η ώρα περνούσε και δεν έβγαιναν στην κεντρική λεωφόρο. Ο ταξιτζής δεν μπορούσε να καταλάβει τι συμβαίνει, ούτε και ο φίλος μου γιατί ακολουθούσαν τον σωστό δρόμο και μάλιστα αυτό επιβεβαιωνόταν και από τις πινακίδες που τους υποδείκνυαν ότι ακολουθούσαν την σωστή κατεύθυνση. Μετά από αρκετή ώρα άκαρπων προσπαθειών, συνειδητοποίησαν ότι έκαναν κύκλους και κατέληγαν στο σημείο που πήραν την κοπέλα. Τότε, γύρισε πίσω το κεφάλι του ο φίλος μου για να ρωτήσει την κοπέλα αν ξέρει την περιοχή και αν θα ήθελε να προτείνει κάποια άλλη διαδρομή. Μόλις την είδε πάγωσε και μου είπε ότι δεν μπορούσε να μιλήσει για αρκετά δευτερόλεπτα από το σοκ. Στο πίσω κάθισμα δεν καθόταν η κοπέλα που πήραν πριν λίγο μαζί τους, ήταν μια πολύ άσχημη γριά με άσπρα μακριά μαλλιά, λευκό, σχεδόν μαρμάρινο δέρμα και τρομακτικό, απόκοσμο βλέμμα. Ο ταξιτζής εκείνη την στιγμή έκανε στην άκρη και σταμάτησε το αυτοκίνητο σαν υπνωτισμένος. Η γυναίκα κοίταξε απειλητικά τον φίλο μου και εκείνος εντελώς ασυναίσθητα έπιασε με το δεξί του χέρι τον σταυρό που φορούσε στο στήθος του, έναν σταυρό που φορούσε πάρα πολλά χρόνια και δεν τον έβγαζε ποτέ. Τότε, η γυναίκα έσφιξε τα δόντια της με μίσος και του είπε: «αυτό σας έσωσε και τους δύο και ας μην είσαι πιστός». Άνοιξε πολύ γρήγορα την πόρτα της και αμέσως μόλις βγήκε εξαφανίστηκε από τα μάτια του! Ο ταξιτζής συνήλθε και τον ρώτησε αν θα κατέβει σε εκείνο το σημείο. Φερόταν σαν να μην είχε ζήσει όλα τα προηγούμενα! Ο φίλος μου ψύχραιμα του είπε που πάει και συνέχισαν κανονικά την διαδρομή τους μέχρι το σπίτι του.
Ένα βράδυ, κάπου στα βόρεια προάστια της Αθήνας, ο φίλος μου βγήκε να ψάξει ταξί για να επιστρέψει στο σπίτι του. Φυσικά, μιλάμε για μετά τα μεσάνυχτα! Ο δρόμος δεν είχε ιδιαίτερη κίνηση, αλλά ήταν τυχερός και βρήκε ταξί σχετικά γρήγορα. Κάθισε στην μπροστινή θέση του συνοδηγού και έπιασε χαλαρή κουβέντα με τον ταξιτζή. Όλα καλά μέχρι εδώ, θα ήταν άλλη μια συνηθισμένη βραδιά μετά από έξοδο με την παρέα σε μπαρ. Μερικά στενά πριν βγουν στην κεντρική Λεωφόρο Κηφισίας, τους σταμάτησε μια ψηλή, όμορφη γυναίκα, γύρω στα σαράντα, λεπτή με μακριά ίσια μαύρα μαλλιά. Πήγαινε προς την κατεύθυνση του φίλου μου οπότε την πήραν μαζί τους και επιβιβάστηκε στο πίσω κάθισμα. Η συζήτηση μεταξύ του ταξιτζή και του φίλου μου συνεχίστηκε, όμως η ώρα περνούσε και δεν έβγαιναν στην κεντρική λεωφόρο. Ο ταξιτζής δεν μπορούσε να καταλάβει τι συμβαίνει, ούτε και ο φίλος μου γιατί ακολουθούσαν τον σωστό δρόμο και μάλιστα αυτό επιβεβαιωνόταν και από τις πινακίδες που τους υποδείκνυαν ότι ακολουθούσαν την σωστή κατεύθυνση. Μετά από αρκετή ώρα άκαρπων προσπαθειών, συνειδητοποίησαν ότι έκαναν κύκλους και κατέληγαν στο σημείο που πήραν την κοπέλα. Τότε, γύρισε πίσω το κεφάλι του ο φίλος μου για να ρωτήσει την κοπέλα αν ξέρει την περιοχή και αν θα ήθελε να προτείνει κάποια άλλη διαδρομή. Μόλις την είδε πάγωσε και μου είπε ότι δεν μπορούσε να μιλήσει για αρκετά δευτερόλεπτα από το σοκ. Στο πίσω κάθισμα δεν καθόταν η κοπέλα που πήραν πριν λίγο μαζί τους, ήταν μια πολύ άσχημη γριά με άσπρα μακριά μαλλιά, λευκό, σχεδόν μαρμάρινο δέρμα και τρομακτικό, απόκοσμο βλέμμα. Ο ταξιτζής εκείνη την στιγμή έκανε στην άκρη και σταμάτησε το αυτοκίνητο σαν υπνωτισμένος. Η γυναίκα κοίταξε απειλητικά τον φίλο μου και εκείνος εντελώς ασυναίσθητα έπιασε με το δεξί του χέρι τον σταυρό που φορούσε στο στήθος του, έναν σταυρό που φορούσε πάρα πολλά χρόνια και δεν τον έβγαζε ποτέ. Τότε, η γυναίκα έσφιξε τα δόντια της με μίσος και του είπε: «αυτό σας έσωσε και τους δύο και ας μην είσαι πιστός». Άνοιξε πολύ γρήγορα την πόρτα της και αμέσως μόλις βγήκε εξαφανίστηκε από τα μάτια του! Ο ταξιτζής συνήλθε και τον ρώτησε αν θα κατέβει σε εκείνο το σημείο. Φερόταν σαν να μην είχε ζήσει όλα τα προηγούμενα! Ο φίλος μου ψύχραιμα του είπε που πάει και συνέχισαν κανονικά την διαδρομή τους μέχρι το σπίτι του.
Αφήγηση και επιμέλεια: Themis Fallidas (10/05/2019)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου