"ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΝΑΡΧΙΑΣ"
Γράφει η Φωτεινή Πανουργιά
Μια μικρή ιστορία αναρχίας..
Έχει νυχτώσει εδώ και ώρες. Όλοι στο
σπίτι κοιμούνται. Καθισμένη μπροστά στον υπολογιστή, έχω φτιάξει καφέ στους
ήρωές μου και έχουμε πιάσει ψιλή κουβέντα. Τους κάλεσα όλους σε μάζωξη γιατί
αντιμετωπίζω σοβαρά προβλήματα στην πλοκή του τελευταίου μου βιβλίου. Διαφωνούν
σε ό,τι τους προτείνω και έχουν αρχίσει να με εκνευρίζουν. Τέτοια αντιδραστικά
πλάσματα δεν έχω ξαναδεί! Φιρί φιρί το πάνε να αρχίσω να τους στέλνω έναν έναν στον
αγύριστο. Τους απείλησα ευθέως. Θα
σκηνοθετήσω ατυχήματα, πολέμους και καταστροφές, είπα. Θα σας φάει το μαύρο σκοτάδι. Να κάτσετε ήσυχα και να ακολουθήσετε το
πλάνο μου! Είπα, είπα, μάλλιασε το στόμα μου. Τι απειλές, τι εκβιασμούς,
τίποτα αυτοί! Μπαϊράκι σήκωσαν και μου την έπεσαν όλοι μαζί.
-Μα εγώ σας δημιούργησα! φώναξα. Λίγο
σεβασμό στις αποφάσεις μου. Μου ανήκετε! Είσαστε κτήμα μου! είπα αγριεύοντας
όλο και πιο πολύ.
-Εμείς δεν είμαστε κτήμα κανενός, μου
είπε ο πιο δυναμικός της παρέας.
-Μα εγώ σε έκανα πρωταγωνιστή! Έτσι θα
μου το ξεπληρώσεις; Με ανυπακοή;
-Ωραία, τώρα λοιπόν να με αφήσεις να
κάνω αυτό που νομίζω εγώ σωστό για τη ζωή μου. Είναι δική μου η ζωή και θα
αποφασίσω εγώ τι της αρμόζει και πως θα τη ζήσω!
Στην ίδια γραμμή ακολούθησαν και τα άλλα
πρόσωπα. Ακόμα και οι κομπάρσοι!
-Μα τι γίνεται εδώ; Εγώ είμαι ο
παντοκράτορας. Θα σας τσακίσω αν δεν υπακούσετε!
-Μπορείς να το κάνεις, πετάχτηκε η κυρία
που την είχα βάλει πρόσφατα στην πλοκή. Που να μην έσωνα! Αλλά τουλάχιστον θα
ξέρουμε ότι παλέψαμε για ό,τι θεωρούσαμε σωστό! συνέχισε απτόητη.
Δεν γινόταν τίποτα. Άκρη δεν θα έβγαζα
με δαύτους. Άλλαξαν οι καιροί. Κανένας δεν υπακούει πια τους ανωτέρους του.
Ανυπακοή σε κάθε θεσμό!
-Μα τι στο καλό; Πού στο διάολο
μεγαλώσατε εσείς; Δεν έχετε αρχές από την οικογένειά σας; Παλιοαναρχικά
στοιχεία! Θα σας κάνω εγώ να μην ξέρετε από που να φύγετε, συνέχισα τις
απειλές.
-Ακούστε λοιπόν τι θα κάνουμε, αφού δεν
βγάζουμε άκρη, είπα. Θα ζητήσουμε τη γνώμη άλλων ηρώων από άλλα βιβλία. Ανθρώπων
που έχουν κύρος και αναγνωρισιμότητα. Όχι σαν κι εσάς τους άσιμους που ακόμα ούτε
εγώ δεν σας ξέρω καλά καλά! Πάω να φτιάξω κι άλλους καφέδες και έρχομαι!
Επέστρεψα με τους καφέδες παραμάσχαλα
και άρχισα να καλώ έναν έναν τους ήρωες από τα βιβλία της βιβλιοθήκης. Κάποιος
φλεγματώδης Εγγλέζος ντυμένος αρχοντικά, μου ζήτησε τσάι και όταν του είπα ότι
δεν έχω, με εγκατέλειψε χωρίς άλλη κουβέντα. Μαζεύτηκε γύρω μου κάθε καρυδιάς
καρύδι. Κοντεσίνες από άλλες εποχές, χωρικοί, πολεμιστές, κάτι αρχαίοι με
χλαμύδες, κάτι πρόσφυγες από τη Μικρασία- αυτοί ήταν και οι πιο πολλοί απ’ό,τι
αντιλήφθηκα-, τέλος πάντων να μην τα πολυλογώ, έγινε το αδιαχώρητο.
-Σσς, κάντε λίγη ησυχία, θα τους
ξυπνήσετε όλους εδώ και θα με κυνηγάνε, φώναξα έντρομη! Σκάστε πια, έτσι που
φωνάζετε όλοι μαζί, δεν καταλαβαίνω τίποτα!
Αμέσως έγινε ησυχία και ένιωσα όλα τα
μάτια στραμμένα πάνω μου. Για να πω την αλήθεια, σκιάχτηκα λίγο. Τόσοι
άνθρωποι, οι περισσότεροι παράξενοι, με φόβισαν. Κάποιος έμοιαζε με κανονικό
δολοφόνο και κάποιοι κρατούσαν ακόμα και όπλο στα χέρια τους. Αυτό μου έλειπε
τώρα να μπλέξω με τους ήρωες της Αγκάθα Κρίστι, σκέφτηκα έντρομη. Προσπάθησα όμως
να μην δείξω το φόβο μου και ξεκίνησα την ενημέρωση.
-Ωραία λοιπόν, σας φώναξα εδώ για να μας
λύσετε μια διαφωνία. Είσαστε σύμφωνοι με τους ήρωες του βιβλίου μου που κάνουν
του κεφαλιού τους; Εξηγείστε τους παρακαλώ ότι εγώ προσπαθώ να τους δώσω μια
ζωή που θα μείνει στην ιστορία. Όπως ακριβώς έγινε και με σας. Αν συνεχίσουν να
κάνουν του κεφαλιού τους η ιστορία δεν θα αγγίξει τον κόσμο, δεν θα τον κάνει
να ονειρευτεί, να ερωτευτεί, να συγκινηθεί. Θα είναι μια βαρετή ιστορία και θα
ξεχαστεί γρήγορα, αν ποτέ διαβαστεί βέβαια.
Πετάχτηκε ένας τύπος και από την αρχή
κατάλαβα ότι κάτι δεν πάει καλά μαζί του. Μου είπε να πάω να πνιγώ!
-Πώς σε λένε, του φώναξα θυμωμένη.
-Μίσκιν, αλλά πολλοί με φωνάζουν και Ηλίθιο,
μου απάντησε.
-Ε, μα σου ταιριάζει το όνομα, απάντησα!
Δίκιο έχουν!
-Το ίδιο σου λέω κι εγώ, μου είπε ένας
άλλος και ανακάτεψε μια τράπουλα στα χέρια του σαν ταχυδακτυλουργός.
-Βρε άντε να μου χαθείτε! Γρήγορα μέσα
στα βιβλία σας! τους ξαπόστειλα. Μετά ζήτησε το λόγο μια κυρία που δεν την
ήξερα, σίγουρα αυτό το βιβλιο από όπου ξεπετάχτηκε ήταν από τα αδιάβαστα.
-Λοιπόν, εσύ τι έχεις να πεις; τη
ρώτησα.
-Εγώ ήμουν πολύ υπάκουη, μου είπε. Έκανα
ακριβώς ό,τι μου είπε ο συγγραφέας. Αλλά δεν είχα και πολύ τύχη. Κανένας δεν με
συμπάθησε. Οι αναγνώστες με μίσησαν. Από τότε κλαίω συνέχεια. Χρόνια τώρα. Αλλά
δεν μπορεί να αλλάξει αυτό. Θα μπορούσε ο συγγραφέας μου να γράψει ένα δεύτερο
μέρος και να μου φτιάξει την υπόληψη. Πέθανε όμως. Και έτσι θα ζω την υπόλοιπη
ζωή μου παραξηγημένη και καταφρονημένη. Να μην υπακούετε σε κανέναν που νομίζει
ότι ξέρει καλύτερα από σας, είπε μετά στους ήρωές μου. Να κάνετε πάντα αυτό που
εσείς πιστεύετε σωστό, συμπλήρωσε και ρούφηξε τη μύτη της σκουπίζοντάς την με
ένα δαντελένιο μαντηλάκι. Ύστερα, χωρίς καν να πιει τον καφέ της, έδωσε μια
βουτιά και χώθηκε πάλι μέσα στο βιβλίο της. Η ξετσίπωτη! Καλά της την έφερε ο
συγγραφέας της! Το καταευχαριστήθηκα! Να αγιάσουν τα πεθαμένα του!
-Εμένα ο συγγραφέας μου με καταδίκασε
άδικα. Και δεν μου είπε ποτέ τι έγκλημα έκανα. Είστε απαράδεκτοι εσείς οι
συγγραφείς και δεν αγαπάτε τους ήρωές σας. Αλλιώς δεν μπορώ να εξηγήσω γιατί
μας βάζετε να ζούμε τόσο δυστυχισμένες ζωές! Ήταν θέμα χρόνου να
επαναστατήσουμε! Οι καινούργιοι ήρωες είναι πιο τολμηροί!
Κρύος ιδρώτας άρχισε να με λούζει. Τι
νύχτα κι αυτή θέε μου! Τι τους ήθελα τους καφέδες και τις δημοκρατίες! Πολύ
κακή επιρροή αυτός ο Αζίζ Νεσίν! Δεν ήταν και πολύ αποτελεσματικός στην πατρίδα
του! Άντε τώρα τόσα καταπιεσμένα άτομα να τα ξανακλείσεις στα βιβλία τους.
-Κάποτε σας θαύμαζα, είπα. Τώρα μου
προκαλείτε το ίδιο συναίσθημα αντιπάθειας με τους δικούς μου. Όλοι αχάριστοι!
Σας δίνουμε μια ζωή να ζήσετε κι εσείς αντί για ευχαριστώ, κάνετε επανάσταση.
Κανείς δεν θα σας ήξερε!
Έκανα μια επίκληση στο συναίσθημα μήπως
και τους συγκινήσω... Άδικος κόπος! Ήταν αποφασισμένοι να με αμφισβητήσουν.
-Μα αν δεν είμασταν εμείς, εσάς τους
συγγραφείς δεν θα σας ήξερε ούτε η μάνα σας! Μου απάντησε ένας θρασύς νέος που
νομίζω ότι τον είχα δει και στο σινεμά.
Ακούς εκεί, το τσογλανάκι! Να μην τα
πολυλογώ, όλοι στράφηκαν εναντίον μου. Εκτός από κάτι αυταρχικούς τύπους με
στολές Ες Ες που ήταν οι μόνοι που με δικαιολόγησαν. Μου πρότειναν μάλιστα και
διάφορους τρόπους για να τους βουλώσω τα στόματα. Σε αυτούς δεν έδωσα σημασία
γιατί μου φάνηκαν υπερβολικοί οι τρόποι τους. Άρχισα να το ξανασκέφτομαι.
Μπορεί να έχω και άδικο να είμαι τόσο έντονα χειριστική. Ίσως να έκανα μια
δοκιμή... Δεν είχα άλλωστε και πολλά περιθώρια. Από την ώρα που άρχισα να
τσακώνομαι, όλοι οι ήρωές μου, έκαναν απεργία. Μέρες είχα να γράψω δυο γραμμές.
Ίσως αν τους έδινα λίγη ελευθερία κινήσεων... Αν τους άφηνα κάποια προνόμια
στις αποφάσεις, μια επίπλαστη ελευθερία βρε αδερφέ! Ίσως...
Κάτι γλοιώδες ένιωσα να με γαργαλάει και
πετάχτηκα έντρομη. Οι ακτίνες έμπαιναν δειλά δειλά από τις κουρτίνες καθώς
άνοιξα τα μάτια μου και η γλώσσα του κουταβιού εξακολουθούσε να μου γλύφει τη
μύτη. Του έδωσα ένα φιλί και ένιωσα μια αισιοδοξία να ξυπνάει μέσα μου. ‘Αρχισα
να γράφω το επόμενο κεφάλαιο. Οι ήρωές μου ήταν όλοι εκεί, παραταγμένοι σαν
στρατιωτάκια και με περίμεναν να ξεκινήσουμε το ταξίδι.
Μετά από σας, είπα κάνοντας μια υπόκλιση
και άρχισα με μανία να πληκτρολογώ...
Τελικά δεν είναι και τόσο κακό να
αφήνεις τους ανθρώπους να επιλέγουν τις διαδρομές τους, ακόμα κι όταν οι
άνθρωποι αυτοί βρίσκονται μόνο στη φαντασία σου. Η ελεύθερη βούληση μας έχει
δώσει πολλά καλά αποτελέσματα στο παρελθόν, γιατί όχι και στο μέλλον;
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΕΔΩ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου