Home Ads

Δευτέρα 13 Νοεμβρίου 2017

ΓΥΜΝΟΣ

"ΓΥΜΝΟΣ"
Ποιητική συλλογή του Ιωάννη Π. Σκευοφύλαξ
Από τις εκδόσεις Όστρια

Αυτό το βιβλίο είναι η τρίτη συλλογή που εκδίδεται
του κ. Ιωάννη Π. Σκευοφύλαξ και έχει πάνω από 100 ποιήματα
Όλα τα ποιήματα είναι άτιτλα και η θεματολογία τους
είναι προσωπικοί στοχασμοί του ιδίου.

Ο Ιωάννης Π. Σκευοφύλαξ γεννήθηκε το 1955 στην Αθήνα και μεγάλωσε στη Ν. Ιωνία Αττικής, τόπο κατοικίας και γέννησης των γονιών του. Κατάγεται από τα Βουρλά και τη Σμύρνη απ’ όπου ήρθαν πρόσφυγες οι παππούδες του το 1922 κατά την μικρασιατική καταστροφή. Το 1973 έλαβε μέρος στην εξέγερση του Πολυτεχνείου και το 1976 τελείωσε τις σπουδές του
στο τμήμα Αρχιτεκτονικής Πολεοδομίας και Σχεδιασμού των σχολών Δοξιάδη. Δραστηριοποιήθηκε επιχειρηματικά στον χώρο των Τεχνικών εταιριών έως το 2006. Σήμερα κατοικεί μόνιμα στις Βρυξέλλες. Έχει δύο παιδιά 37 και 35 ετών αντίστοιχα.
Η πρώτη του ποιητική συλλογή εκδόθηκε τον Οκτώβρη του 2015 και έχει τον τίτλο "Υπερβολές".
Η δεύτερη ποιητική συλλογή του εκδόθηκε τον Οκτώβρη του 2016
και έχει τίτλο "ΤΟ ΙΔΑΝΙΚΟ ΠΕΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΕΜΠΙ"

Κι εκεί κάπου στην αστραπή κοντά σε είδα
ν΄ακονίζεις μαχαίρια δίκοπα
να ρουφάς το αίμα των χειλιών απ΄την κοψιά τους
να βροντάς με μίσος τα σύννεφα
να τρέξουν τα νερά
να ξεγυμνωθείς να τρέξεις
να τα μπήξεις σε λέξεις ένοχες
να μαρτυρήσουνε όλες τις αλήθειες
αυτές που στέρησαν ταξίδια ονειρεμένα
σε κάστρα κατακτημένα
σε συμβόλαια θανάτου άγραφα
σε εκδίκηση
για όσα έζησες
σε εκδίκηση
για ότι σου έκλεψαν
για το πολύ λίγο νερό που πρόλαβες
για τον θάνατο δίπλα σου
για το ξέπλυμα της καρδιάς σου με οινόπνευμα.
Και φοβήθηκα πολύ το μίσος σου
και κοίταξα να κρυφτώ να μη με δεις
και κοίταξα να ξεχάσω τα μάτια σου
γιατί ο θάνατος ζούσε μέσα τους
γιατί τα χείλια σου σμίξανε
γιατί δεν ήθελα ν΄ακούσω την κραυγή σου
γιατί σκέφτηκα πως η Μήδεια ούρλιαξε
γιατί ο πόνος όλα τα νικάει
γιατί το τέλος κι η αρχή είναι το ένα
γιατί η εκδίκηση είναι το παν.
'Εστειλα έναν 'Αγγελο λευκό να σε φυλάει
και του ΄δωσα οδηγίες
τι να σου πει
τι να σου ψιθυρίσει.
Του είπα να σου χαϊδέψει τα μαλλιά
να πάρεις την ενέργειά του
και να φύγει.
Και σίμωσες τα μαχαίρια
και τα ΄μπηξες βαθιά στην άμμο του καιρού
και σηκώθηκες
με την βαριά σου πανοπλία ζωσμένη
κι έβγαλες την κραυγή της απόγνωσης.
Σκίστηκαν τα σωθικά
και σωριάστηκες ένα με το χώμα.
Κλάψε αντάρα τ΄ ουρανού.
Κλάψε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφείτε Στην Σελίδα Μας

Αναγνώστες

Συνολικές προβολές σελίδας

Σχόλια Αναγνωστών

Επικοινωνήστε Μαζί Μας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *